Αρχικά, οφείλω να διευκρινίσω ότι ανήκω και εγώ, όπως άλλωστε και η συντριπτική πλειοψηφία των δρομέων ανάμεσά μας, στη μάζα (εξ’ου και μαζικός αθλητισμός) των ερασιτεχνών, που για διάφορους λόγους ξεκινήσαμε και επιμένουμε σε ένα άθλημα όπου κατά βάση, εισήλθαμε με εισιτήριο χωρίς επιστροφή. Δεν μας προσφέρει χρήματα, αναγνώριση ή οποιουδήποτε τύπου παροχές, παρά -θα πρέπει να- καλύπτει τις θεμελιώδεις ανάγκες για σωματική και ψυχική υγεία, κοινωνικοποίηση, αλλά και προσωπική εξέλιξη μέσω της διαδικασίας της κατάκτησης των μικρών και μεγάλων, κάθε φορά, ατομικών μας στόχων.
Η καθεαυτή ικανοποίηση μέσα από το τρέξιμο δε, πηγάζει και από τα τρία στάδια που αυτό ακολουθεί: Πριν, κατά τη διάρκεια και μετά. Είτε πρόκειται για καθημερινή προπόνηση, είτε για αγωνιστική προσπάθεια, είτε για εκείνα τα επιπλέον χιλιόμετρα που μας ενέπνευσε η παρέα ή το περιβάλλον να κάνουμε, τρέχουμε γιατί βαθιά μέσα μας γνωρίζουμε ακριβώς την ευχαρίστηση που όλα αυτά τα στάδια, ξεχωριστά αλλά και ολιστικά, μας προσφέρουν. Γι’ αυτό και καταλήγουμε ακόμη και στις διακοπές μας, εκτός από τα συνηθισμένα, να πακετάρουμε και τα αθλητικά μας ρούχα και παπούτσια, ανεξαρτήτως εποχής, προορισμού ή διάρκειας.
Ως καθημερινός ερασιτέχνης δρομέας -και μόνο- λοιπόν, συνειδητοποιώ ότι ένα από τα μόνιμα διλήμματα που εκφράζουν οι περισσότεροι του “είδους” μας, αφορά στο τρέξιμο στην άσφαλτο απέναντι στο ορεινό τρέξιμο. Ή, για να το θέσω πιο ρεαλιστικά, αφορά στους δρομείς που επιλέγουν την άσφαλτο ως πεδίο δράσης, απέναντι στο εκτός δρόμου τρέξιμο. Η επιχειρηματολογία θα μπορούσε να επεκταθεί σε αμέτρητες σελίδες προσωπικών, επιστημονικών και αθλητικών αναλύσεων, αλλά έτσι θα χανόταν η ουσία, ήτοι η απόλαυση.
Έχοντας μοιράσει σχεδόν ισόποσα, την κατανομή χιλιομέτρων κατά τα τελευταία χρόνια, σε άσφαλτο και χώμα, θα προσπαθήσω να αποφύγω τον φαύλο κύκλο αντιπαράθεσης, για να μη χαθεί το ουσιαστικότερο επιχείρημα όλων: Το συναίσθημα. Ξεκινώντας λοιπόν να οριοθετώ το προσωπικό μου “δίλημμα” και ανατρέχοντας σε κάθε διαδρομή, αγωνιστική ή προπονητική, που έκανα τα τελευταία χρόνια σε δρόμο, βουνό, χώμα, άμμο, παραλίες και οπουδήποτε αλλού με ταξίδεψε αυτή η εξευγενισμένη τάση φυγής που αντιπροσωπεύει το τρέξιμο, συνειδητοποιώ το εξής: Τόσο η ψυχή και το πνεύμα, όσο και το ίδιο μου το σώμα, πριν, κατά τη διάρκεια αλλά κυρίως μετά από το τρέξιμο, με ευγνωμονούσαν πολύ περισσότερο καθέ φορά που επέλεγα το εκτός δρόμου τρέξιμο αυτών στο δρόμο.
Kαθαρά συναισθηματικά, ξεκάθαρα υποκειμενικά. Αλλά ήταν, αρχικά έστω, μια ικανή παρατήρηση ώστε να ξεκινήσω να αναλύω εκατέρωθεν τα επιχειρήματα με δίκαιο λογισμό και να τα βάλω σε μια μαθηματική τάξη, ώστε να μπορώ να τα επικαλούμαι στις μεταξύ “αντιπάλων” δρομέων συζητήσεις. Σε κάθε περίπτωση, δε θα τεθώ ανοιχτά υπέρ της μίας μορφής ή της άλλης, αλλά θα προσπαθήσω να τις συνδέσω, απομυθοποιώντας τη μία, για να αναδείξω την άλλη. Ας ξεκινήσει η απομυθοποίηση λοιπόν.
Μύθος πρώτος: Ποια χαρά μου δίνει τελικά το τρέξιμο στο βουνό, όταν πρέπει να κοιτάζω διαρκώς χαμηλά για να μην κινδυνεύσω;
Λογικό επιχείρημα, ομολογώ, απλά επικεντρώνεται σε μία και μόνο αίσθηση, την όραση. Αν λοιπόν η δρομική μας εμπειρία εξαρτάται αποκλειστικά από αυτή, ας αναλογιστούμε αρχικά μήπως αδικούμε τις υπόλοιπες αισθήσεις, ξεκινώντας από την… όσφρηση: Θυμάρι, ρίγανη, πεύκο, έλατο, ρετσίνι, κουκουναριά, καστανιά, τσάι, δεντρολίβανο, χαμομήλι, μέλι, είναι μερικές μόνο από τις γνώριμες μυρωδιές που παρατάσσει η φύση έναντι των αντίστοιχων του -ευρύτερου- αστικού περιβάλλοντος (σκουπίδια, καυσαέριο, τσιμέντο, σκουριά, βιομηχανικοί ρύποι, ακόμη και κατάλοιπα ωσμών από χώρους εστίασης, ως πρόχειρα παραδείγματα).
Κάπως ολοκληρωτική η προσέγγιση μάλλον, οπότε ας δοκιμάσουμε μία ακόμη αίσθηση, όπως… την ακοή! Πουλιά, τρεχούμενα νερά, ο άνεμος ανάμεσα στις φυλλωσιές, τα έντομα, τα τρωκτικά του δάσους, άγρια ζωή (από μακριά ευχόμαστε πάντα), είναι μερικοί μόνο από τους ήχους που καθιστούν την εμπειρία στο ορεινό τρέξιμο μοναδική, με αποκορύφωμα, τη δυνατότητα που σου δίνεται να βιώσεις ακόμη και την απόλυτη ησυχία του περιβάλλοντος. Στον αντίποδα: κορναρίσματα, φωνές, εργοτάξια, πλοία, μηχνήματα του Δήμου, κίνηση οχημάτων, πορείες, διαμάχες, έργα, κατασκευές παντός τύπου. Άνιση η μάχη και πάλι, έτσι;
Έχετε ακόμη, αισθανθεί ποτέ, τη “γεύση” του δάσους; Ναι, αυτή την αίσθηση της υγρασίας, εμπλουτισμένη με τη γύρη των φυτών και τις εκκρίσεις των δέντρων, που ανακυκλώνεται στον αέρα και γίνεται ένα με τα διψασμένα χείλη όταν τρέχεις στο δάσος; Ε, αυτό ακριβώς γεύομαι κάθε φορά που τρέχω σε μια ορεινή διαδρομή και δε θα την άλλαζα αν είχα την επιλογή με την αντίστοιχη γεύση της πόλης (πιστεύω πως δε χρειάζεται ανάλυση). Πόσο μάλλον, όταν μπορείς να σταματήσεις για λίγο το τρέξιμο, προκειμένου να σκύψεις και να δοκιμάσεις τα διάφορα είδη των μούρων που βρίσκονται γύρω σου, χωρίς να ανησυχείς καν για την ποιότητά τους. Αυτή τη γεύση λοιπόν που μπορεί να αλλάζει κάθε εποχή αλλά παραμένει πάντα συναρπαστική, πιστεύω πως όλοι οι δρομείς θα πρέπει να δοκιμάσουν έστω μια φορά.
Και καταλήγω (ίσως) με την αγαπημένη αίσθηση του ανθρώπινου είδους: την αφή. Η φύση μας αγγίζει διαρκώς όταν τρέχουμε μέσα και κοντά της. Οι φυλλωσιές, τα έντομα, τα κλαδιά, οι θάμνοι, η χαμηλή βλάστηση στο σύνολό της, όπως και κάθε τι που βρίσκεται στο πέρασμά μας και διασχίζουμε. Ρυάκια, λάσπες, χώμα, πεσμένα κλαδιά, κορμοί, οτιδήποτε ανάγλυφο πάνω στο οποίο πατάμε και αγκαλιάζουν τα πόδια μας, ακόμη και οι πέτρες που μας δυσκολεύουν, κρύβουν μια διάδραση, μια εναλλαγή δίχως περιορισμούς και συγκεκριμένη μορφή, την εναλλαγή των υφών και του εδάφους, που μόνο “εκεί” υπάρχει. Ο δρόμος θα έχει πάντα την ίδια αίσθηση, πριν και μετά από μια βροχή ή δυνατό άνεμο, το μονοπάτι ποτέ δεν θα είναι το ίδιο. Το ταρτάν του σταδίου, θα είναι πάντα στατικό, χωρίς εκπλήξεις. Αυτό το αγκάλιασμα από τα χέρια της φύσης όμως, αναγάγει την αίθηση της αφής σε ιεροτελεστία.
Αλλά, μια στιγμή, για την όραση ήταν οι ενστάσεις. Συγνώμη, ξεχάστηκα. Το καλό όμως είναι ότι δε χρειάζεται να ανακεφαλαιώσω τα επιχειρήματα υπέρ των υπολοίπων αισθήσεων για να μεταφέρω τι είναι αυτό που βλέπουν τα μάτια όταν τρέχουν στο βουνό. Ωραίοι οι κάδοι, τα αυτοκίνητα, οι πολυκατοικίες, οι εξέδρες των σταδίων, τα σκουπίδια και τα μηχανάκια, αλλά, ας με πείσει κάποιος ότι ξεπερνούν τη θέα των Τζουμέρκων από το Μέτσοβο, ή των χωριών της Ευρυτανίας από την Καλλιακούδα, ή ακόμη ακόμη του -απομακρυσμένου- κέντρου της Αθήνας από τον Υμηττό και την Πάρνηθα, ή της Εύβοιας από την Πεντέλη. Μάταια η σύγκριση. Και ναι, η όραση εκπαιδεύεται ώστε να βλέπεις πιο μπροστά στο μονοπάτι χωρίς να κινδυνεύεις. Αυτό που δεν εκπαιδεύεται είναι η προκατάληψη, δοκίμασέ το και θα δεις.
Μύθος δεύτερος: Δε τρέχω στο βουνό γιατί θα γίνω πιο αργός-ή δρομέας.
Αναρρωτήσου, καταρχήν, γιατί τρέχεις και κυρίως, ποιος σε κυνηγάει; Επίσης, προσπάθησε να κατανοήσεις το γιατί η ευκαιρία που σου δίνει το ποικιλόμορφο εκτός δρόμου έδαφος, για να γυμνάσεις και να δυναμώσεις μυϊκές ομάδες που ουδέποτε φαντάστηκες ότι υπάρχουν, είναι μοναδική. Κι αυτό γιατί πολύ απλά ποτέ δεν τις ένιωσες να γυμνάζονται με την μονόπλευρη προπόνηση που ακολουθούμε οι δρομείς της ασφάλτου ή του σταδίου.
Επαναλαβάνω, προτού παρεξηγηθώ, ότι ουδεμία σχέση ή γνώση έχω σχετικά με προπονητική, εμβιομηχανική ή εκγύμναση του σώματος, πέρα από το ίδιο το τρέξιμο που τόσο πολύ απολαμβάνω. Αυτό το οποίο σίγουρα γνωίζω όμως, είναι η αλλαγή στο σώμα και δει τα πόδια των δρομέων που επιλέγουν να τρέξουν -και- στο βουνό. Γιατί τόσο η εναλλαγή στις κλίσεις, όσο και η διαρκής προσαρμογή των άκρων στο έδαφος, απαιτεί αλλά κυρίως οδηγεί στη βελτίωση όλων σχεδόν των παραμέτρων που χρειάζεται ένας δρομέας για να γίνει… πιο γρήγορος. Ναι! Μπορεί να τρέχεις πιο αργά στο βουνό, σε απόλυτες πάντα τιμές, αλλά στο τέλος, το όφελος που έχεις αποκομίσει (ακόμη και βραχυπρόθεσμα) από αυτή τη ενασχόληση, σε κάνει πρακτικά πιο γρήγορο.
Γιατί από τη μία ξεκλειδώνεις μυϊκές ομάδες που αγνοείς με το επαναληπτικό τρέξιμο στο δρόμο, από την άλλη, η βελτίωση της καρδιοαναπνευστικής σου λειτουργίας, μέσα από την εναλλαγή εντάσεων και κλίσεων, οδηγεί ουσιαστικά σε αύξηση της δυνατότητάς σου να πας και πιο γρήγορα, αλλά και πιο μακριά. Το μόνο που χρειάζεται είναι οι απαιτούμενες προσαρμογές. Σαν αυτές που χρειάστηκε να κατακτήσουμε όλοι μας όταν ξεκινήσαμε το τρέξιμο. Εν προκειμένω, προσαρμογές στις αποστάσεις… καθ’ ύψος. Τις υψομετρικές κοινώς, που δοκιμάζουν κάποιους από τους παραμελημένους μύες ανεβαίνοντας και πιέζουν συνδέσμους αλλά και τελείως διαφορετικούς μύες κατεβαίνοντας. Υπομονή μονάχα θέλει.
Με την προπόνηση, θα έρθει και η ανοχή στην καταπόνηση, αλλά και η βελτίωση σε όλες τις προαναφερθείσες παραμέτρους. Και τότε είναι που η φυσική εξέλιξη στο ορεινό τρέξιμο, θα σου ανοίξει έναν εντελώς νέο κόσμο δυνατοτήτων στο επίπεδο… επιφανείας της θάλασσας. Δεν είναι διόλου τυχαίο άλλωστε, που μερικοί από τους κορυφαίους αθλητές παγκοσμίως σε αγώνες δρόμου, είναι δρομείς που τρέχουν σχεδόν αποκλειστικά σε ορεινό περιβάλλον.
Μύθος τρίτος: Το ορεινό τρέξιμο είναι επικίνδυνο για τραυματισμούς.
Είναι σαν να λέει κάποιος ότι δεν ανεβαίνει σε αεροπλάνα γιατί είναι επικίνδυνα. Προφανώς , αν πέσει το αεροπλάνο, η κατάληξη είναι σχεδόν προδιαγεγραμμένη. Το ίδιο ισχύει και στο βουνό, ας μη γελιόμαστε. Εάν κάτι πάει λάθος, είναι τέτοιο το περιβάλλον, που είναι αρκετά πιθανό να συμβεί ένας σοβαρός τραυματισμός. Γιαυτό και το ορεινό τρέξιμο -σε ανταγωνιστικό τουλάχιστον επίπεδο- δεν ενδείκνυται σε όλους.
Στατιστικά όμως, οι τραυματισμοί που προκύπτουν σε ασφάλτινους δρομείς, λόγω της συσσωρευτικής καταπόνησης, είναι ασύγκριτα περισσότεροι σε αριθμούς σε σχέση με τους αντίστοιχους που προκύπτουν από ατυχήματα στο χώμα. Και ο λόγος είναι ο εξής ένας: η επανάληψη της κίνησης. Δεδομένη στο δρόμο και το στάδιο, δεδομένα ανύπαρκτη στο χώμα, αφού κάθε βήμα είναι διαφορετικό από το επόμενο και το προηγούμενο. Η μόνη απαίτηση που προκύπει στο ορεινό τρέξιμο είναι για αντίστοιχη ενδυνάμωση, που θα υποστηρίξει το μυοσκελετικό σύστημα να αντέξει την καταπόνηση που προαναφέρθηκε. Συσσωρευτικά όμως, είναι πολύ μικρότερη η πιθανότητα για τραυματισμό.
Εν κατακλείδι, προτεινόμενη προπόνηση δεν υφίσταται, ούτε καν κατεύθυνση προς τη μία διάσταση του τρεξίματος ή την άλλη. Στις ισορροπίες κρύβεται η επιτυχία, αλλά κυρίως στην ελεύθερη επιλογή, με βάση τις ανάγκες της ψηχής του καθενός από εμάς.
Το τρέξιμο αποτελεί μια υγιή διαδικασία, που με λίγη περισσότερη κατανόηση και ορθή αντίληψη, μπορεί να μας βελτιώσει σε πολλούς τομείς, ξεκινώντας και από τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη ζωή. Μονοδιάστατα ή μη δηλαδή. Η προκατάληψη δε θα μας έβγαζε ποτέ στο δρόμο αν το καλοσκεφτεί κανείς, οπότε πως μπορεί να μας αποτρέψει από το να δοκιμάσουμε τα οφέλη του τρεξίματος σε ένα διαφορετικό περιβάλλον; Ας αναρρωτηθούμε λοιπόν, αν τα πραγματικά αίτια που αποφεύγουμε το βουνό είναι διαφορετικά από τα προβαλλόμενα, γιατί η προκατάληψη είναι επιλογή. Το ίδιο και η απομυθοποίηση.
Πάντα υπό το πρίσμα της προσωπικής εμπειρίας και γνώσης λοιπόν, εύχομαι κάθε χιλιόμετρο, όπου κι αν το τρέχετε, να γεμίζει όλες τις αισθήσεις σας σε βαθμό πρωτόγνωρο και ολοκληρωτικό. Πριν, κατά τη διάρκεια και κυρίως μετά το τρέξιμο!
Φιλικά, Αντώνης